Η σχολική χρονιά τελείωσε και μια καλοκαιρινή σεζόν ανοίγει , τουλάχιστον για τα μεγαλύτερα παιδιά του Λυκείου. Ο απολογισμός δύσκολος , όπως και τα συμπεράσματα που βγήκαν από αυτήν την τόσο ιδιαίτερη σχολική χρονιά. Ήταν μια χρονιά με πολλές παραμέτρους, τόσο στο μαθησιακό όσο και στο ψυχολογικό κομμάτι των μαθητών. Δύσκολα τα μαθήματα, δύσκολη και η ψυχολογία των μικρών και εφήβων μαθητών.
Κατά την έναρξη της σχολικής χρονιάς, τα παιδιά έμοιαζαν χαμένα. Άλλα ήταν πολύ ανήσυχα, άλλα αδιάφορα, άλλα μελαγχολικά και απομονωμένα. Η περίοδος covid άφησε τα κατάλοιπά της που μεταφράζονται ως σοβαρότατες ελλείψεις στις γνώσεις των μαθητών, όσο και ως ανασφάλεια και φόβο που είχαν αποκομίσει από τον εγκλεισμό τους στο σπίτι. Τα δεδομένα άλλαξαν, η ανθρώπινη επαφή για αρκετό διάστημα χάθηκε ή άλλαξε μορφή, η διδασκαλία «μεταμορφώθηκε» ή «εξαφανίστηκε» ενώ οι απαιτήσεις εξακολούθησαν να είναι με τα δεδομένα της προ-covid εποχής.
Στην αρχή λοιπόν της σχολικής χρονιάς, δεχόμουν μαθητές για coaching,αλλά και για μαθήματα, οι οποίοι δεν μπορούσαν να διαχειριστούν τη νέα τους πραγματικότητα και ένιωθαν χαμένοι και αβοήθητοι.
Κι εδώ, τίθεται το ερώτημα: Ποιος θα βοηθήσει τα παιδιά;
Στο σχολείο οι δάσκαλοι και στο σπίτι οι γονείς. Αυτό είναι το δεδομένο μας.
Πότε ο δάσκαλος βοηθά το μαθητή;
Οι περίοδοι που βιώνουμε είναι ασταθείς κι ενίοτε ανησυχητικοί ή τρομακτικοί. Μόλις έχουμε σχεδόν ξεπεράσει μια επιδημία, ένας πόλεμος κυμαίνεται στην ευρύτερη περιοχή, και μια κοινωνία καταρρέει με αντιφατικά και αυτοκαταστροφικά μηνύματα.
Έτσι ο μαθητής νιώθει μετέωρος, χωρίς προοπτική και συνήθως απροστάτευτος. Έχουμε ξεχάσει να προστατεύουμε τα παιδιά μας, τα πνευματικά μας παιδιά εμείς οι δάσκαλοι και τα αποτελέσματα ήδη έχουν εμφανιστεί: σχολική παραβατικότητα, αναρχία, χαμηλές ή ανύπαρκτες επιδόσεις, μελαγχολία, απαισιοδοξία, απάθεια, αδιαφορία και έλλειψη ορίων.
Τι σημαίνουν όλα αυτά;
Τα παιδιά , μικροί μαθητές και μεγάλοι, άλλοτε με σωστό κι άλλοτε με ανορθόδοξο τρόπο, φωνάζουν με αγωνία να τους βοηθήσουμε . Και σ’ αυτό το σημείο χρειάζεται κάποιος να πάρει την ευθύνη. Την ευθύνη συνήθως την αναλαμβάνουν οι μεγάλοι. Κι οι μεγάλοι στην προκειμένη περίπτωση είναι οι δάσκαλοι.
Ποιο δάσκαλο λοιπόν θα θέλαμε να διδάσκει τα παιδιά μας;
Αρχικά, ο δάσκαλος οφείλει να είναι καταρτισμένος όχι μόνο γενικά και αόριστα, αλλά για συγκεκριμένες ηλικίες και συγκεκριμένο επίπεδο μαθητών. Αυτό σημαίνει ότι ο δάσκαλος είναι σε εγρήγορση, αφού κάθε χρόνο προσαρμόζει τη διδασκαλία του με βάση τα παιδιά και όχι τα παιδιά με βάση τον καθηγητή.
Κάποτε, όταν η κόρη μου ήταν 11 χρονών έκανε μάθημα πιάνου στο εξωτερικό, με κάποιον καθηγητή- αυθεντία στο χώρο της μουσικής . Όταν μας είδε να τον πλησιάζουμε, αυτός γονάτισε για να βρεθεί στο ίδιο ύψος με την εντεκάχρονη κόρη μου! Αυτό απέδειξε το μεγαλείο του αυθεντικού παιδαγωγού και το σπουδαιότερο μάθημα παιδαγωγικής για μένα.
Ο δάσκαλος οφείλει να έχει ενσυναίσθηση και να συμπονά το μαθητή. Κάθε μαθητής είναι μοναδικός και χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση κι όχι «συμπεριφορά φασόν». Η «συμπεριφορά φασόν» του δασκάλου οδηγεί το μαθητή στην απόγνωση. Ο μαθητής διψάει για αναγνώριση και αποδοχή, κι όχι για κριτική ή αδιαφορία.
Γι’ αυτό λοιπόν ο δάσκαλος ακούει τους μαθητές και «βλέπει» στοιχεία στον κάθε μαθητή που το ίδιο το παιδί δεν είναι σε θέση να τ’ αναγνωρίσει. Στην Ψυχολογία υπάρχει η άποψη πως ο άνθρωπος γίνεται ό,τι ο γονέας και ο δάσκαλος σκέφτεται γι’ αυτόν.
Έτσι συμπεραίνουμε ότι ο δάσκαλος πρέπει να ενθαρρύνει το μαθητή και να του δείχνει τον τρόπο να βελτιωθεί, να δει τα χαρίσματά του και να γνωρίσει τον εαυτό του. Αυτό θα προετοιμάσει το μαθητή για την ενήλικη ζωή του και αυτό θα αναδείξει τον ουσιαστικό ρόλο του δασκάλου.
Δάσκαλος είναι ο άνθρωπος που έχει αναλάβει την ευθύνη να μεταδώσει γνώσεις με μέθοδο και συγκεκριμένους παιδαγωγικούς στόχους, να γίνει ο υποστηρικτής του μαθητή καθώς και παράδειγμα ήθους και χαρακτήρα για τους μαθητές του. Μόνο τότε μπορεί ο δάσκαλος να συνειδητοποιήσει το μέγεθος και την αξία του ρόλου του. Είναι παιδαγωγός μιας κοινωνίας που αντιστέκεται και επιμένει να ζει δημιουργικά και να ελπίζει ή ο απαθής παρατηρητής μιας κοινωνίας που βράζει;
Η διδασκαλία είναι τέχνη και ο δάσκαλος είναι καλλιτέχνης, πράγμα που σημαίνει πως έχει αφήσει έξω από την τάξη του την οργή ή το θυμό, και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για σωστή και ανάλογη εργασία με το πνεύμα της εποχής, για ισορροπία μεταξύ των μαθητών και σαφή διάκριση ρόλων και ορίων.
Αυτός ο δάσκαλος που κρατά στα χέρια του τα μυαλά και τις ψυχές των μαθητών οφείλει να αισθάνεται υπερήφανος για το επάγγελμα που διάλεξε και υπεύθυνος για το σπουδαίο έργο που αγωνίζεται καθημερινά να φέρει εις πέρας.
Το coaching βοηθά τον εκπαιδευτικό κάθε βαθμίδας να αντιμετωπίσει και να λύσει προβλήματα τόσο των μαθητών όσο και ατομικά με απώτερο στόχο τη δημιουργία σχέσεων ζωής, και ανθρώπων ευτυχισμένων με αυτοπεποίθηση και κέφι για ζωή!
Επίσης το coaching βοηθά τους γονείς να αποκτήσουν κριτήρια για τους δασκάλους – καθηγητές που ασχολούνται με τα παιδιά τους
Τέλος το coaching βοηθά το μαθητή να αποκτήσει στόχους που θα τον βοηθήσουν να αποκτήσει αισιοδοξία για τη ζωή και προοπτική για το μέλλον του.